Χρήστες OnLine

Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2015

15 Σεπτεμβρίου 1944: Ντοκουμέντα και μαρτυρίες για την κομμουνιστική θηριωδία

15 Σεπτεμβρίου 1944: Ντοκουμέντα και μαρτυρίες για την κομμουνιστική θηριωδία
Τον Σεπτέμβριο του 1944 τα γερμανικά στρατεύματα αποχωρούν από την Μεσσηνία, την Λακωνία και την Ηλεία και κατευθύνονται στην Τρίπολη και την Κόρινθο. Θα περίμενε κανείς ότι το «αντιστασιακό» ΚΚΕ θα έστηνε ενέδρες σε όλο το μήκος της διαδρομής για να επιφέρει απώλειες στα γερμανικά στρατεύματα και να «αποχαιρετήσει» τις Δυνάμεις Κατοχής 
 πολεμώντας.  

Προφανώς αυτό δεν συνέβη ποτέ, μια που το ΚΚΕ, η προδοτική αυτή κηλίδα της Ελληνικής Ιστορίας εκπόνησε, σχεδίασε και εξετέλεσε ένα από τα πλέον απεχθή, ζωώδη, κτηνώδες και ιστορικά κατάπτυστο (συγγενές της ιστορικής του διαδρομής δηλαδή) σχέδιο κατάληψης της πόλης της Καλαμάτας και ταυτόχρονα την σφαγή όλων των μη κομμουνιστών της ευρύτερης περιοχής, με αποκορύφωμα την αίσχιστου είδους εγκληματική και απάνθρωπη, στυγνή δολοφονία 1500 (συνολικά 2000 περίπου) Ελλήνων και την ρίψη τους στην «πηγάδα του Μελιγαλά!».



Την πόλη της Καλαμάτας υπερασπιζόταν δύναμη 600 ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας και 200 ανδρών της Ε.Β. Χωροφυλακής, όλοι υπό την διοίκηση του Νομάρχη Δημητρίου Περρωτή. Στις 5 Σεπτεμβρίου δυνάμεις κομμουνιστών με επικεφαλής τον Νίκο Μπελογιάννη καταφθάνουν στην πόλη και απαιτούν την παράδοσή της. Κατόπιν συσκέψεως του Νομάρχη Περρωτή με τοπικούς παράγοντες δίδεται αρνητική απάντηση στον Μπελογιάννη και άπαντες προετοιμάζονται για την επικείμενη σύγκρουση.

Την νύχτα της 8ης προς 9ης Σεπτεμβρίου οι συμμορίτες του ΕΛΑΣ επιτίθενται στους Έλληνες υπερασπιστές της πόλης με υπέρτερες δυνάμεις και ανωτερότητα οπλισμού σε πυροβολικό και βαρέα όπλα. Η ηρωική αντίσταση των Ελληνικών δυνάμεων επέφερε απώλειες στους κομμουνιστές, αλλά το πυροβολικό και ο βαρύς οπλισμός των δυνάμεων του ΕΛΑΣ έγερνε την πλάστιγγα υπέρ τους.

Οι αρχές της πόλης της Καλαμάτας, οι εναπομείναντες μαχητές και πλήθος τρομοκρατημένων πολιτών συγκεντρώθηκαν στο οίκημα που στεγαζόταν η Διοίκηση Χωροφυλακής και πραγματοποιήθηκε σύσκεψη. Ελήφθη απόφαση εξόδου των συγκεντρωθέντων με προορισμό τον σιδηροδρομικό σταθμό και από εκεί αναχώρηση για την κωμόπολη του Μελιγαλά, όπερ και εγένετο. Περίπου 800  Έλληνες μαχητές  προστατεύοντας άλλους τόσους αμάχους έφθασαν στον Μελιγαλά και κατέλαβαν θέσεις σε διάφορα οχυρά περιμένοντας τους αντάρτες, γνωρίζοντας ότι εκεί θα έδιναν τον υπέρ πάντων αγώνα εναντίον των κόκκινων προδοτών! 

Στις 13 Σεπτεμβρίου, καταφθάνουν οι δύο σχηματισμοί του ΕΛΑΣ, ΤΟ 8ο και το 9ο Σύνταγμα, ενώ ο αιμοσταγής αρχηγός των δολοφονικών κόκκινων ορδών Άρης Βελουχιώτης ακολουθεί με το 11ο Σύνταγμα Τριπόλεως. Η μαζική επίθεση του ΕΛΑΣ βρίσκει καλά προετοιμασμένους τους υπερασπιστές του Μελιγαλά και με επικεφαλής τον Ταγματάρχη Δ. Παπαδόπουλο όχι μόνο αποκρούουν επιτυχώς το πρώτο κύμα, αλλά επιφέρουν μεγάλες απώλειες στους συμμορίτες τρέποντάς τους σε φυγή οι οποίοι αφήνουν πίσω τους 12 οπλοπολυβόλα.

14 Σεπτεμβρίου, ανήμερα του Σταυρού. Δεύτερο κύμα επίθεσης των κόκκινων διαβόλων, οι οποίοι υποστηρίζονται με συνεχείς ρίψεις πυροβολικού και όλμων. Εκ νέου απόκρουσή τους από τους Έλληνες Ήρωες, αλλά οι πρώτες απώλειες κάνουν την εμφάνισή τους. 9 Ήρωες νεκροί και 23 τραυματίες. Το ακμαίο ηθικό τους δεν διαταράσσεται από τις απώλειες των συμπολεμιστών τους, τους ανησυχεί όμως το γεγονός ότι τα πυρομαχικά τους σιγά-σιγά εξαντλούνται! Ο απολογισμός των αποθεμάτων είναι απογοητευτικός, συνειδητοποιούν ότι το αναπόφευκτο πλησιάζει, όμως δεν πρόκειται να δειλιάσουν, δεν παρατούν τα όπλα, είναι αποφασισμένοι να πέσουν ως ΕΛΛΗΝΕΣ, μέχρις ενός!



15 Σεπτεμβρίου, ξημερώματα. Τρίτο κύμα επίθεσης του ΕΛΑΣ, που αυτή την φορά ενισχύεται από την εφεδρεία του 11ου Συντάγματος Τρίπολης, που ο προδότης Βελουχιώτης αποφασίζει να ρίξει στην μάχη, θορυβημένος από το απαράμιλλο σθένος, την ατσάλινη πίστη και τον ηρωισμό των Ελλήνων Εθνικιστών που μάχονται υπέρ βωμών και εστιών.   

Οι υπερασπιστές του Μελιγαλά αμύνονται με κατ’επιλογήν πυροβολισμούς κάτι που γίνεται αμέσως εμφανές. Είναι θέμα χρόνου να τελειώσουν τα πυρομαχικά τους. Παράλληλα αρχίζει η γνωστή προπαγάνδα από την πλευρά των συμμοριτών, το χωνί, μέσω του οποίου καλούν τους Έλληνες : «Παραδοθείτε, ο αγώνας σας είναι μάταιος. 

Ο Άρης σας δίνει τον λόγο της τιμής του, δεν θα σας πειράξει κανείς». Τον ποιόν; Είναι απορίας άξιον που οι συμμορίτες χρησιμοποιούσαν αυτή την επωδό, μια που ήταν παγκοίνως γνωστό ότι το δίποδο τέρας που ονομαζόταν Άρης Βελουχιώτης δεν διέθετε τιμή, ούτε αντρική, ούτε οποιαδήποτε άλλη, ούτε λόγο…  Λίγο μετά τις 12:00 και ενώ ο Ταγματάρχης Δ. Παπαδόπουλος τρέχει από φυλάκιο σε φυλάκιο προς επιθεώρηση των θέσεων αμύνης και εμψύχωση των υπερασπιστών, τραυματίζεται στην κοιλιακή χώρα και αποχωρεί από την μάχη προκειμένου να του δοθούν οι πρώτες βοήθειες. Ώρα 12:30. Ακούγεται ο τελευταίος πυροβολισμός εκ μέρους των αμυνομένων, μετά, σιγή. Τα πυρομαχικά τελείωσαν!

Οι συμμορίτες λυσσασμένοι μπαίνουν στον Μελιγαλά και η φρίκη αρχίζει! Πρώτος τους στόχος το νοσοκομείο, σφάζουν μέχρι ενός τους τραυματίες! Δεν συλλαμβάνουν κανέναν! Σφαγή στους ανίκανους να υπερασπιστούν τον εαυτό τους 41 Ήρωες τραυματίες! Κατευθύνονται στο κτίριο της Κοινότητας και κατεβάζουν την Ελληνική σημαία, ανεβάζοντας στη θέση της ένα κόκκινο πανί!  Εφορμούν στους δρόμους, στα σπίτια, δολοφονώντας εν ψυχρώ όλους τους Έλληνες, αφού όποιος δεν είναι μαζί τους, είναι εχθρός τους!

Στην συνέχεια συγκεντρώνουν τους εναπομείναντες μαχητές μαζί με τον άμαχο πληθυσμό, περί τους 1500 (σύμφωνα με την περιγραφή του Γιάννη Χατζηπαναγιώτου-καπετάν Θωμά-συντρόφου του Άρη οι συγκεντρωθέντες ήταν περίπου 2000) στο «Μπεζεστένι», το οποίο σημαίνει «υπαίθριο παζάρι» και ήταν στην ουσία μία ψηλή μάντρα δίπλα στον σιδηροδρομικό σταθμό, κατά μήκος της οποίας λάμβαναν χώρα οι εμποροπανηγύρεις, τους γδύνουν και τους αφήνουν εκτεθειμένους στις ορδές των δίποδων  ζώων που προσήλθαν να «διασκεδάσουν» και να εκτονώσουν τα κτηνώδη ένστικτά τους!

Ακολουθούν σκηνές φρίκης, δημόσιοι ομαδικοί βιασμοί «αντιφρονούντων» γυναικών και ανήλικων κοριτσιών υπό τις σπαρακτικές κραυγές των συζύγων και γονέων τους, οι οποίοι σφάζονται εν ριπή οφθαλμού με ό,τι μέσον μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους, μαχαίρια, τσεκούρια, κονσέρβες (το αγαπημένο φονικό μέσον των συμμοριτών).

Ο Άρης Βελουχιώτης καβάλα στο άλογό του, παρακολουθεί τα τεκταινόμενα ενθαρρύνοντας τους αντάρτες να σφάξουν, να διαμελίσουν μέχρι να κουραστούν! Ατάραχος, διεστραμμένος μέχρι το κόκκαλο, χαμογελούσε την ώρα που Έλληνες έπεφταν νεκροί, κατακρεουργημένοι από τα κόκκινα κτήνη που αποκαλούσε «συντρόφους». Αυτό το δίποδο, εξακολουθούν να τιμούν μέχρι και σήμερα, όχι μόνο οι απάτριδες κομμουνιστές, μα και οι σιωπηροί πολιτικοί σύμμαχοί τους-και φαινομενικά πολιτικοί αντίπαλοι-που έκαναν ανίερη συμφωνία για την «αγιοποίηση» όλων των δολοφόνων και κατσαπλιάδων του Ελληνικού Έθνους!

Την ίδια ώρα, άλλοι συμμορίτες μπαίνουν στα σπίτια πολιτών και αρχίζουν να λεηλατούν και να αρπάζουν ό,τι γυαλίζει στο μάτι τους. Όταν οι λεηλασίες των περιουσιών των Ελλήνων τελειώνουν, δίδεται η χαριστική βολή από τους αντάρτες που ακολουθούν την προσταγή του Άρη: «Φωτιά, σύντροφοι, φωτιά και μαχαίρι! Να μην μείνει τίποτε όρθιο!» Το εφιαλτικό σχέδιο εξελίσσεται ταχύτατα, ο ίδιος ο Άρης αφού επιθεωρεί τους γύρω χώρους, εντοπίζει τον κατάλληλο όπου θα παιχτεί το τελευταίο μέρος του δράματος. Ο χώρος της σφαγής είναι μία δεξαμενή υδροδότησης της κωμόπολης, βάθους 16 μέτρων και πλάτους περίπου 4, ένα ημιτελές έργο ύδρευσης νοτιοδυτικά του Μελιγαλά, με την ονομασία «Πηγάδα». Επιστρέφει στο «Μπεζεστένι» και εξηγεί στους «συντρόφους» του τι πρέπει να κάνουν.

 Οι κρατούμενοι δένονται με καλώδια και σύρματα ανά τρεις και οδηγούνται στην «Πηγάδα», σε μία απόσταση περίπου 2 χιλιομέτρων. Στον δρόμο, όποιος σκοντάφτει και πέφτει, μαχαιρώνεται και δολοφονούνται και οι άλλοι δύο με τους οποίους είναι δεμένος προς «παραδειγματισμόν» των υπολοίπων για να μην καθυστερούν! Οι συμμορίτες συνεπαρμένοι από το μένος τους, ουρλιάζουν υστερικά: «Θάνατος στους φασίστες! Θάνατος!» Ανάμεσα στους μαχητές, γυναικόπαιδα που δεν αντιλαμβάνονται και δεν ξέρουν καν  γιατί τους αποκαλούν φασίστες…

Στο χείλος της «Πηγάδας» περιμένουν οι δήμιοι, είναι οι πιο φανατικοί, οι πιο άγριοι χασάπηδες που ακολουθούσαν τον Βελουχιώτη, κτήνη χωρίς συναισθήματα, αφοσιωμένοι μόνο στο μαχαίρι τους και το κονσερβοκούτι!  Οι συμμορίτες λύνουν τις τριάδες και το μαρτύριο αρχίζει. Οι σφαγείς πιάνουν έναν - έναν τους Έλληνες από τα μαλλιά, τους τραβούν πίσω το κεφάλι και τους σφάζουν στον λαιμό, πετώντας τους στην «Πηγάδα». Οι πρώτοι μάρτυρες που ρίχνονται με κομμένο τον λαιμό, πεθαίνουν αμέσως εξ αιτίας του τραύματος αλλά και της πτώσης. Αυτοί είναι και οι τυχεροί!  Όταν ο πυθμένας γεμίζει με πτώματα, οι υπόλοιποι σφαγιασθέντες πέφτουν ο ένας επάνω στον άλλον βρίσκοντας πιο μαρτυρικό θάνατο από ασφυξία! Έλεος δεν υπάρχει για κανέναν!

Περίπου 1000 Έλληνες μαρτυρούν με αυτό τον αποτρόπαιο τρόπο για την Πίστη τους στο Ελληνικό Έθνος! Έλληνες ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας σφαγιάσθηκαν και ρίχτηκαν στην «Πηγάδα» επειδή διέπραξαν το θανάσιμο σφάλμα να είναι Έλληνες… Αν υπολογίσουμε και άλλους 500 περίπου, που δολοφονήθηκαν σε άλλα σημεία, φθάνουμε στα 1.500 θύματα, βορά στις εγκληματικές ορέξεις των προφυλακών του κομμουνισμού.

Η επιτροπή «εκκαθάρισης» του χώρου στο Μπεζεστένι οργανώθηκε από τους «συντρόφους» ΕΑΜίτες Βασίλειο Μπράβο και Ιωάννη Καραμούζη. Άνθρωποι εμπιστοσύνης του Άρη, το ίδιο διεστραμμένοι, το ίδιο παράφρονες, επέβλεπαν το μαρτύριο των Ελλήνων και συνηγορούσαν στις πράξεις φρίκης. Όσο για τους ισχυρισμούς του καπετάν Θωμά (κατά κόσμον Ιωάννη Χατζηπαναγιώτου) ότι «ο Άρης δεν σκότωνε αιχμαλώτους» έρχεται να τον διαψεύσει το ίδιο το ΚΚΕ που διέσωσε και υπερήφανα γράφει στα κατάπτυστα βιβλία ψεύδους, την εντολή του ίδιου του Άρη από το πεδίο της μάχης, υπ’αριθμ. Ε.Π.Ε. 330/15-09-1944 σύμφωνα με την οποία: «Πας συλλαμβανόμενος Ταγματασφαλίτης θα τουφεκίζεται επί τόπου»…. Βέβαια ο Άρης δεν θα εξέδιδε ποτέ διασωθείσα διαταγή που θα έλεγε : «Πας… σοδομίζεται, δολοφονείται, σφάζεται με κονσερβοκούτι, ρίπτεται σε πηγάδι….».

Υπάρχουν στιγμές, που τα μάτια της Ιστορίας  γουρλώνουν  βλέποντας την φρίκη του κομμουνισμού και θυμώνουν βλέποντας τις σελίδες της να γεμίζουν με ονόματα νεκρών ηρώων. Και διαβάζοντας τις σελίδες αυτές, τα μάτια βουρκώνουν αντικρίζοντας το απάνθρωπο, το μισητό, το ειδεχθές!

Και αν οι αετοί του Δικαίου κουβαλούν στα φτερά τους αγόγγυστα τις σωρούς των Ηρώων, ευχαριστημένοι που τους μεταφέρουν για να δειπνήσουν στα Ηλύσια Πεδία, λυγίζουν κάτω από το βάρος των αθώων ψυχών που ακουμπούν ευλαβικά στην πλάτη τους και με θλιβερές κραυγές πετούν ψηλά, μακριά από τον τόπο μαρτυρίου τους, για να τους μεταφέρουν, που άραγε; Σε ποιόν τόπο θα γαληνέψουν αυτοί που δεν έφταιξαν; Σε ποιά Πεδία δειπνούν οι αθώοι; Και πώς να ησυχάσουν οι «μάρτυρες»; Τι να τους πεις, όταν τεντώνουν τα ακροδάχτυλα της ψυχής τους και προσπαθούν να σε αγγίξουν, να πάρουν δύναμη από σένα, που στέκεσαι εμπρός τους γεμάτος οργή για τους δολοφόνους τους; Ποια γλυκιά κουβέντα μαλακώνει το ουρλιαχτό των αθώων;

Τα τοιχώματα της Πηγάδας ράγισαν, δεν άντεξαν το άδικο αίμα, όπως οι ψυχές των μαυροφορεμένων Μαχητών της Αρετής που κάθε χρόνο στέκονται ευλαβικά μπροστά στο μνημείο των αδικοχαμένων, αμίλητοι. Σιωπηλοί, για να ακουστούν τα ουρλιαχτά των Ηρώων, που παρακαλούν για δικαίωση! Βουβοί, για να ακουστούν οι κραυγές των ψυχών που δεν πέθαναν! Και δίνουν όρκο τρομερό, μπροστά σε αυτούς που γέμισαν την Πηγάδα με το αίμα τους, ότι θα δικαιωθούν!